- ἀλύτων
- ἄλυτοςnot to be loosedmasc/fem/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
МАКСИМ — МАКСИМ (Μάξιμος) Эфесский (1 я пол. 4 в. н. э.) греческий философ, один из учеников Эдесия Каппадокийского, учитель и приближенный императора Юлиана, с которым они встретились в 351/2, когда Максим был уже стариком, единственный ориентир для… … Философская энциклопедия
МАКСИМ ЭФЕССКИЙ — МАКСИМ ЭФЕССКИЙ (Μάξιμος ὁ Ἐφέσιος) (ок. 310 ок. 372 н. э.), греческий философ платоник, ученик Эдесия Каппадокийского (см. Пергамская школа), учитель и приближенный имп. Юлиана. Происходил из знатного рода и владел внушительным состоянием… … Античная философия
αλυτάρχης — ο (AM ἀλυτάρχης) (Μ και ἀλύταρχος) 1. ο επικεφαλής τών αλυτών, τών κατώτερων οργάνων, επόπτης τής τάξεως σε δημόσιους αγώνες (κατά το αξίωμα ήταν αμέσως μετά τους ελλανοδίκες). [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀλύτας, ἀλύτης «ραβδοφόρος, υπεύθυνος για την τήρηση… … Dictionary of Greek
πρόθεση ή προσθετική — Κάθε συσκευή που τείνει να αντικαταστήσει ένα όργανο ή ένα μέρος του σώματος που λείπει, εξαιτίας ατελούς ανάπτυξης ή άλλων παθολογικών αιτίων, όπως π.χ. στον οδοντιατρικό, οφθαλμολογικό, καρδιολογικό τομέα. Με ευρύτερη έννοια μπορούν να… … Dictionary of Greek